κροκέ

κροκέ
το
είδος παιχνιδιού κατά το οποίο κάθε παίκτης προσπαθεί με ένα ξύλινο σφυρί να περάσει μια ξύλινη μπάλα μέσα από μικρά τόξα χωμένα στο έδαφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. croquet < αγγλ. croquet < αρχ. γαλλ. croc «μαγκούρα, αγκίστρι»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κόλινγκσγουντ, Ρόμπιν Τζορτζ — (Robin George Collingswood, 1889 – 1943). Άγγλος φιλόσοφος, ιστορικός και αρχαιολόγος. Διετέλεσε καθηγητής της Οξφόρδης και ήταν φίλος του Β. Κρόκε, τις φιλοσοφικές θεωρίες του οποίου δίδαξε στην Αγγλία. Στη συνέχεια, η φιλοσοφική σκέψη και η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”